Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2017

Fax του Γόρτυνος Ιερεμία προς τον πατρ. Βαρθολομαίο: «Καταθέτω τόν εαυτόν μου …ὡς στρατιώτην Σας»!

Καὶ κείμενο τοῦ π. Εὐθ. Τρικαμηνᾶ, σχετικὰ μὲ θέση τοῦ μητροπολίτου Γόρτυνος


Σεβασμιώτατε κ. Ιερεμία: 
Κολοβὰ φίδια και λύκοι,
 ἢ καλοὶ Ποιμένες;


   Ὁ Οἰκουμενιστικὸς ἰὸς δρᾶ διαλυτικὰ στὸ χῶρο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ἐπίσκοποι ποὺ οἱ λεγόμενοι ἀντι-Οἰκουμενιστὲς τοὺς ἔχουν γιὰ «κορώνα» τους, προπαγανδίζουν ἕνα Οἰκουμενιστικὸ συνονθύλευμα ἐπισκοποκεντρικῆς καὶ Ζηζιούλιας ἐκκλησιολογίας. Μιὰ τέτοια θεώρηση κακόδοξη καὶ ἀφ’ ἑαυτῆς ἀντιφατική, ψηλαφοῦμε στὰ ἔργα τοῦ μητροπολίτη Γόρτυνος Ἱερεμία, ὅπως στὸ ἔργο του «Ἡ Θεία Λειτουργία».

Γράφει συγκεκριμένα καὶ ἀπόλυτα:
«Και για να δηλώσουμε λοιπόν ότι ανήκουμε στην Εκκλησία του Χριστού πρέπει οπωσδήποτε να μνημονεύσουμε τον Επίσκοπο. Η μνημόνευση δηλαδή του Επισκόπου δεν είναι απλά μια προσευχή γι' αυτόν, αλλά είναι μια ομολογία ότι έχουμε ενότητα μαζί του και έτσι λοιπόν ανήκουμε στην Εκκλησία του Χριστού. Η γραμμή αυτή, η θέση αυτή, αγαπητοί μου χριστιανοί είναι πέρα για πέρα μια σωστή ορθόδοξη εκκλησιολογία»!

  Ἂς δοῦμε τὴν κραυγαλέα ἀντίφαση τοῦ ἀντι-Οἰκουμενιστῆ Ἐπισκόπου, ποὺ οἱ ἐπισκοποκεντρικὲς καὶ δεσποτοκρατικὲς ἀντιλήψεις δὲν τὸν ἀφήνουν νὰ σκεφθεῖ κάτι ἁπλούστατο· τὸ γεγονὸς ὅτι πολλὲς φορὲς στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας παρουσιάστηκαν Ἐπίσκοποι αἱρετικοί! Σχεδὸν ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ ἦσαν ἱερωμένοι, γι’ αὐτὸ καὶ ἐναντίον τους συντάχτηκαν πληθώρα Ἱερῶν Κανόνων! Στὴν ἐποχή μας δέ,  κατὰ τὴν ὁποία γράφει τὸ βιβλίο του, εἶναι γνωστὸ ὅτι κυριαρχεῖ μιὰ αἵρεση, ποὺ ὁ ἴδιος ἀποδέχεται ὡς Παναίρεση· ὁ Οἰκουμενισμός.
   Μάλιστα ὁ κ. Ἱερεμίας, ἐναντίον αὐτῆς τῆς Παναίρεσης ὑπέγραψε ἕνα κείμενο, τὴν «Ὁμολογία Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ» καὶ τοῦ ἡγέτου τῆς Παναιρέσεως Βαρθολομαίου Ἀρχοντώνη, ἀσχέτως ἂν μὲ γελοῖα ἐπιχειρήματα πῆρε πίσω τὴν ὑπογραφή του καὶ δὲν ντράπηκε νὰ μᾶς παρουσιάσει ὁ ἴδιος καὶ τὸ ἐπαίσχυντο fax ποὺ ἔστειλε στὸν Πατριάρχη.

Συγκεκριμένα ἔγραφε:

«Μετά ἀπό αὐτό συνέταξα σύντομα ἕνα κείμενό μου πρός τόν Πατριάρχη, τό ὁποῖο ἀπέστειλα μέ fax στό Πατριαρχεῖο. Στό κείμενό μου αὐτό ζητῶ συγγνώμη ἀπό τόν Πατριάρχη μας γιά τήν πικρία πού τοῦ ἐπροξένησα, ἐξηγῶ ὅτι ὑπέγραψα τό κείμενο νομίσας ὅτι θά ὑπογραφεῖ ἀπό πολλούς Ἱεράρχες (σ.σ.: δηλ. κ. Ἱερεμία, δὲν σᾶς ἐνδιέφερε ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ὀρθότητα τοῦ κειμένου τῆς «Ὁμολογίας», ἀλλὰ τό …πόσοι τὸ ὑπέγραφαν!!!) καί ὄχι μόνο ἀπό τρεῖς καί ἐν τέλει δηλώνω ἐπί λέξει: «Ἡ ἀλήθεια, Παναγιώτατε, εἶναι ὅτι μέ συγκινοῦν καί μέ ἠλεκτρίζουν οἱ ὑπέρ τῆς πίστεως ἀγῶνες καί καταθέτω τόν ἑαυτόν μου μέ τήν μικράν του δύναμιν ὡς στρατιώτην Σας διά τοιούτους ἀγῶνας, πρόθυμον εἰς τά κελεύσματά Σας μέχρι θυσίας»!  (ἐδῶ)

   Κρίμα! Σὲ ποιά κατάπτωση φτάνει ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μείνει Ἐπίσκοπος!
    Ἀκόμα κι ἂν ἦταν ἕνα παιδάκι τοῦ Δημοτικοῦ, ὁ κ. Ἱερεμίας, μετὰ ἀπὸ τόσες ἑκατοντάδες φορὲς ποὺ ἔχουν παρουσιαστεῖ τὰ ἁγιοπατερικὰ κείμενα τὰ τελευταῖα χρόνια, περὶ αἱρετικῶν Ἐπισκόπων καὶ Διακοπῆς Μνημοσύνου, θὰ πειθόταν καὶ θὰ μποροῦσε νὰ διακρίνει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία διὰ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, διὰ τῶν Προφητῶν του, διὰ τῶν Ἀποστόλων καὶ διὰ τῶν Ἁγίων, γνωρίζει α) ὄχι μόνο Ὀρθόδοξους Ἐπισκόπους καὶ Καλοὺς Ποιμένες, ἀλλὰ β) καὶ ψευδεπισκόπους, καὶ ψευδοποιμένες, καὶ ψευδοδιδασκάλους καὶ κακοὺς Ποιμένες, οἵτινες διαφθείρουν τὴν ποίμνη Του! Καὶ δὲ θὰ ἀπέδιδε αὐτὴ τὴν ἄγνοιά του στὸ γεγονὸς ὅτι "Ἔχω περιπλακεῖ μέ τήν ἑρμηνεία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, εἶναι καί τά ποιμαντικά τῆς Μητροπόλεως καί δέν ἀπομένει χρόνος γιά τήν μελέτη τῆς ἀντιαιρετικῆς θεολογίας."!
 Ἀσφαλῶς, τοὺς πρώτους, τοὺς Ὀρθοδόξους δηλ. Ἐπισκόπους ὀφείλομε νὰ ἀποδεχόμαστε καὶ νὰ μνημονεύουμε. Τοὺς δεύτερους, ὅμως νὰ τοὺς ἀποφεύγουμε, νὰ ΜΗΝ τοὺς μνημονεύουμε. Τοῦτο ἔκαναν οἱ Ἅγιοι· δηλαδὴ δὲν μνημόνευαν αἱρετικοὺς Ἐπισκόπους. (Καὶ μὴν θελήσει ὁ Γόρτυνος καὶ ὅποιοι καλοθελητὲς νὰ ἐπαναλάβουν τὴν ἀνόητη ἐρώτηση: καλὰ οἱ Ἅγιοι, ἦταν Ἅγιοι, ἐσεῖς εἶστε Ἅγιοι καὶ τοὺς μιμεῖσθε;).
    Τὰ παραδείγματα μὴ μνημονεύσεως αἱρετικῶν Ἐπισκόπων εἶναι πολλά. Πολλοὶ ἱερομόναχοι, μοναχοὶ καὶ πιστοὶ διέκοψαν τὸ Μνημόσυνο τοῦ ΝΟΜΙΜΟΥ καὶ ΚΑΝΟΝΙΚΟΥ Πατριάρχη Νεστορίου, τοῦ Καλέκα, τοῦ Βέκκου καὶ ἄλλων πολλῶν. Αὐτοὶ ἦσαν ἐκτὸς Ἐκκλησίας, ὅπως κακόδοξα γράφει ὁ Γόρτυνος Ἱερεμίας; Ὄχι βέβαια.
    Γι’ αὐτὸ ἐπαινέθηκαν· ὁ ἅγιος Κύριλλος ἐπαίνεσε τοὺς πιστοὺς τῆς Κωνσταντινουπόλεως μὲ Ἐπιστολές του·  ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τοὺς Ἰωαννίτες. Ἄλλοι ἁγιοκατατάχτηκαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὅπως ὁ ἅγιος Μάξιμος, ὁ ἅγιος Θεόδωρος, ὁ ἅγιος Γρηγόριος, οἱ ὁσιομάρτυρες Ἁγιορεῖτες Πατέρες κ.ἄ.
    Χρησιμοποιεῖ στὴ συνέχεια ὡς ἀποδεικτικὸ στοιχεῖο, τὸ κείμενο τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου: «Ενωθείτε με τον Επίσκοπο»! Θὰ μᾶς τρελάνει ὁ Σεβασμιώτατος μεταχειριζόμενος τὸν ὕπουλο τρόπο παρουσιάσεως ἀποσπασματικῶν χωρίων, ποὺ χρησιμοποιοῦν οἱ Χιλιαστὲς γιὰ νὰ διαστρέψουν τὴν Γραφή. Μόνο μὲ τὸν Ἐπίσκοπο, λοιπόν, πρέπει νὰ ἑνωθοῦμε; Ὄχι μὲ τοὺς ἱερεῖς μας; Ὄχι καὶ μὲ τοὺς ἄλλους πιστούς; Νοεῖται χριστιανὸς μὲ χάρη Θεοῦ, ποὺ νὰ μὴν ἑνώνεται μὲ ὅλους τοὺς πιστούς; Ἀλλὰ τὸ σημαντικό: Ἂν ὁ Ἐπίσκοπος αἱρετίζει, μᾶς διδάσκει ἡ Γραφὴ νὰ ἑνωνόμαστε μαζί του; Νὰ παραμένουμε σὲ κοινωνία μαζί του; Ἢ μᾶς διδάσκει νὰ φεύγουμε ἀπ’ αὐτόν, ὅπως φεύγουμε ὅταν βλέπουμε φίδι; Δὲν εἶναι φίδια κολοβά, ὅσοι μᾶς λένε πράγματα ἀντίθετα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο; Μὲ ποιούς ποιμένες συμφωνεῖ ὁ Γόρτυνος; Μὲ ποιούς θέλει νὰ μοιάσει; Μὲ τὰ κολαβὰ φίδια καὶ τοὺς λύκους, τοὺς μισθωτοὺς ποιμένες ποὺ ὑποβοηθοῦν τὸ ἔργο τῶν Οἰκουμενιστῶν ἢ μὲ τοὺς «καλοὺς Ποιμένες» τοῦ Χριστοῦ;    
    Στὴν τρίτη παράγραφο τοῦ κειμένου ὁ Γόρτυνος παρουσιάζει τὴν ἀντι-ἐκκλησιολογία του καὶ λέγει ὅτι μόνο «ὅταν μνημονεύουν οι Ιερείς και οι χριστιανοί μας τον Επίσκοπο τους, και ο Επίσκοπος τὴ Σύνοδο καὶ τὸν Πατριάρχη, δηλώνουν με αυτό ότι ανήκουν στην καθ' όλου Εκκλησία του Χριστού»!!!
 Οὐδόλως στὸν συγχυσμένο νοῦ τοῦ μητροπολίτη ἀπὸ τὴν παναίρεση (νά, ἡ μόλυνση τῆς αἱρέσεως, ποὺ εἶναι σκοτισμὸς τοῦ νοῦ κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο) ἔρχεται ἡ θέση ὅτι: Ἐκκλησία καὶ πλάνη δὲν συμβιβάζονται. Καὶ ἄρα, ὅταν ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι πλανεμένος, δὲν εἶναι μὲ τὴν Ἐκκλησία. Καὶ ὁ πιστὸς ποὺ εἶναι μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Ἀλήθεια, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι μὲ τὸν κακόδοξο καὶ κακοδιδάσκαλο Ἐπίσκοπο, οὔτε νὰ μνημονεύει αὐτὸν τὸν Ἐπίσκοπο.
   Ἐπειδή, λοιπόν, ἡ ἐκκλησιολογία τοῦ Γόρτυνος (ἀπηχοῦσα τὴν Ζηζιούλεια ἐκκλησιολογία) πάσχει ἐκ κατασκευῆς, συνεχίζει νὰ παράγει κακοδοξίες. (Ὑπ’ ὄψιν ὅτι: ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἄρθρο τοῦ Γόρτυνος ἐπέλεξαν κάποιες φράσεις οἱ ὑποστηρικτὲς τοῦ μητροπολίτη Φλωρίνης Θεόκλητου, γιὰ νὰ κατοχυρώσουν(!) ἐκκλησιολογικὰ τὴν ὀρθότητα τῆς διώξεως τοῦ π. Παΐσιου ἀπὸ τὸν κ. Θεόκλητο! Βλέπετε ὁ ἰὸς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ κυκλοφορεῖ στὰ κηρύγματα καὶ τὶς ὁμιλίες τῶν συναδέλφων Δεσποτάδων).
   Ἂς δοῦμε τὴ συνέχεια. Γράφει ὁ Γόρτυνος: «Αν όμως ένας Επίσκοπος κόψει την μνημόνευση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας που ανήκει ή του Πατριάρχου, δημιουργεί πρόβλημα στην ποίμνη του»! Δὲν ἀποτελεῖ τοῦτο διαστροφὴ τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς πίστεως; Πρόβλημα δημιουργεῖ, Σεβασμιώτατε, ὅποιος κόψει τὴν μνημόνευση τοῦ κακοποιοῦντος τὴν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας αἱρετικοῦ; Ἢ ὅποιος διακόψει τὴν σχέση του μὲ τὸν κακοποιοῦντα τὴν ἀλήθεια Ἐπίσκοπο ἢ Σύνοδο;
   Καὶ γιατί λέτε, «εκκλησία εννοώ εδώ την Σύνοδο των Ιεραρχών»; Οἱ Ἱερεῖς, οἱ Μοναχοί, ὁ πιστὸς Λαὸς δὲν ἔχει λόγο στὴν Συνοδικὴ διαδικασία εὕρεσης καὶ διατήρησης τῆς Ἀλήθειας; Δὲν τοῦ ἔχει δοθεῖ τὸ δικαίωμα νὰ τὴν ἀποδέχεται καὶ νὰ τὴν ἐπισφραγίζει ἢ νὰ τὴν ἀπορρίπτει; Καὶ μὴ μᾶς πεῖτε ὅτι αὐτὰ δὲν τὰ γράφω γιὰ ἐκεῖνον ποὺ ἐναντιώνεται στὸν μὴ ὀρθοτομοῦντα Ἐπίσκοπο, ἀλλὰ τὰ γράφω γιὰ ἐκεῖνον ποὺ «νόμισε ή πίστευε ότι η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας του ή ο Πατριάρχης δεν ορθοτομούν». Καὶ μὴν τὸ ἰσχυρισθεῖτε αὐτό, γιατὶ τὰ τελευταῖα χρόνια μιλᾶμε καὶ ἔχουμε πρὸ ὀφθαλμῶν μας τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τὴν ὁποία κι ἐσεῖς ὀνομάζετε παναίρεση. Ἐδῶ μάλιστα θὰ ἀποκαλύψω (δὲν πρέπει νὰ τὸ κρατήσω ἄλλο) ὅτι, ὅταν μοῦ τηλεφωνήσατε ἀργὰ τὸ βράδυ, πρὶν ἀπὸ χρόνια, γιὰ νὰ μοῦ παραπονεθεῖτε ὅτι σᾶς ἐξέθεσα μὲ ἕνα ἄρθρο μου, θέλοντας κατὰ τὴν συζήτηση νὰ μοῦ ἀποδείξετε τὴν ὀρθοδοξία σας, καὶ ὅτι συμφωνεῖτε μαζί μου ὄχι μόνο στὸ ὅτι ὁ Πατριάρχης εἶναι αἱρετικός, ἀλλὰ κι ὅτι σωστὸ εἶναι νὰ κατονομάζουμε τοὺς αἱρετικούς, μοῦ εἴπατε: Ἤμουν ἕτοιμος σὲ μιὰ Θ. Λειτουργία νὰ μὴν μνημονεύσω τὸ ὄνομα τοῦ Πατριάρχου, ἀλλὰ μὲ ἀπέτρεψε ὁ Ἀρχιμανδρίτης, στὸν ὁποῖο τὸ ἐκμυστηρεύτηκα! Ἄρα θεωρεῖτε κι ἐσεῖς τὸν Πατριάρχη αἱρετικό, ἀλλὰ δὲν τὸ λέτε! Καὶ δὲν τὸ λέτε, γιατὶ τότε, πῶς θὰ ἀντέξετε νὰ σᾶς πάρει τὸ θρόνο, ποὺ τόσο ἐπιθυμούσατε καὶ τόσες προσευχὲς κάνατε, πηγαίνοντας γονατιστὸς στὴν Παναγία τοῦ Προυσσοῦ;
   Κρίμα, Σεβασμιώτατε, γιὰ ὅσα γράφετε, γιὰ ὅσα εἴπατε στὴν Κόρινθο καὶ γιὰ ὅσα ἐκεῖ ἀποδεχτήκατε, γιὰ ὅσα Πρωτοχρονιάτικα ἀποφασίσατε νὰ γράψετε κατὰ τοῦ π. Νικολάου Μανώλη καὶ γιὰ ὅσα κακόδοξα -μὲ τὴν σημερινή σας 4η- Ἐπιστολὴ διδάξατε στὸ ποίμνιό σας.
Σημάτης Παναγιώτης



Τὸ ἄρθρο ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Γόρτυνος:

33. Η ΜΝΗΜΟΝΕΥΣΗ ΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ

1. Συνεχίζουμε, αγαπητοί μου χριστιανοί, τα κηρύγματά μας στην Θεία Λειτουργία. Είχαμε μείνει στις μνημονεύσεις ζώντων και τεθνεώτων, που κάνει ο Ιερέας μετά τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, την ώρα που ο ψάλτης ψάλλει πανηγυρικά τον ύμνο της Παναγίας "Άξιον έστιν". Είναι σημαντικές οι μνημονεύσεις αυτές και μάλιστα σας είπα στο προηγούμενο κήρυγμα ότι και εσείς πρέπει να συνοδεύσετε τον Ιερέα με μνημονεύσεις των δικών σας προσώπων.
Εκείνη όμως η μνημόνευση που πρέπει να την προσέξουμε ιδιαίτερα και την οποία ακούτε από τον Ιερέα, γιατί την λέει εκφώνως, είναι η μνημόνευση για τον Επίσκοπο του τόπου. "Έν πρώτοις", λέγει ο Ιερέας, δηλαδή, πρώτα απ' όλα, "μνήσθητι, Κύριε,
του Αρχιεπισκόπου ημών...(τάδε)". Εύχεται ο Ιερέας μαζί με τον λαό για τον Επίσκοπο να τον έχει ο Θεός με καλό όνομα ("έντιμον"), να του δίνει υγεία ("υγιά"), να του δώσει πολλά έτη για να ποιμάνει τον λαό του ("μακροημερεύοντα"), αλλά προπαντός εύχεται γι' αυτόν να κρατά την ορθή πίστη που παρέδωσε ο Ιησούς Χριστός και ερμήνευσαν οι Άγιοι Πατέρες ("και ορθοτομούντα τον λόγον της Σης αληθείας"). Με μια λέξη ο Ιερέας με τον λαό εύχονται για τον Επίσκοπο αυτό που λέει στην αρχή: Να είναι "σώος", δηλαδή ακέραιος σε όλα, και στα σωματικά και στα πνευματικά.

2. Αλλά, χριστιανοί μου, υπάρχει ένας ιδιαίτερος λόγος, πολύ σπουδαίος λόγος, που ο Ιερέας, τώρα μετά τον καθαγιασμό, μνημονεύει τον Επίσκοπο, και μάλιστα τον μνημονεύει εκφώνως, για να το ακούσει ο λαός. Ο Επίσκοπος, αγαπητοί μου, δηλαδή ο Δεσπότης που λέμε, εκφράζει την Εκκλησία του Χριστού. Ο άγιος Κυπριανός, ο Επίσκοπος Καρχηδόνος, λέγει καθαρά: "Ο Επίσκοπος είναι στην Εκκλησία και η Εκκλησία στον Επίσκοπο" (το λέγει στην επιστολή του 66). Και για να δηλώσουμε λοιπόν ότι ανήκουμε στην Εκκλησία του Χριστού πρέπει οπωσδήποτε να μνημονεύσουμε τον Επίσκοπο. Και το κάνουμε αυτό στην Θεία Λειτουργία, τώρα, που έχουμε την παρουσία του Χριστού ενώπιόν μας με το καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων. Η μνημόνευση δηλαδή του Επισκόπου δεν είναι απλά μια προσευχή γι' αυτόν, αλλά είναι μια ομολογία ότι έχουμε ενότητα μαζί του και έτσι λοιπόν ανήκουμε στην Εκκλησία του Χριστού. Η γραμμή αυτή, η θέση αυτή, αγαπητοί μου χριστιανοί είναι πέρα για πέρα μια σωστή ορθόδοξη εκκλησιολογία. Η παρέκκλιση από την γραμμή αυτή είναι καθαρά προτεσταντισμός. Οι Άγιοι Πατέρες και συγκεκριμένα ο άγιος Ιγνάντιος επίσκοπος Αντιοχείας, μας λέγει από παλαιά: "Ενωθείτε με τον Επίσκοπο" (το λεει στην επιστολή του προς Μαγνησίους). Και ο ίδιος Πατέρας μας λέει: "Να έχετε σχέση με τον Θεό και με τον Επίσκοπο". Και "όποιος εργάζεται ενάντια προς τον Επίσκοπο λατρεύει τον διάβολο" (το λέει στην επιστολή του προς Σμυρναίους). Επαναλαμβάνω το Εκκλησιολογικό δόγμα: Για να δηλώσει ο χριστιανός ότι ανήκει στην Εκκλησία του Χριστού, πρέπει να δηλώσει την ενότητά του με τον Επίσκοπο της επαρχίας στην οποίαν κατοικεί. Ο άγιος Κυπριανός Καρχηδόνιος μας λέγει πάλι: "Αν κανείς δεν είναι με τον Επίσκοπο, δεν είναι με την Εκκλησία" (το λέγει και αυτό στην επιστολή 66).

3. Αυτό όμως, χριστιανοί μου, το να μνημονεύουν δηλαδή οι Ιερείς και οι χριστιανοί μας τον Επίσκοπο τους, για να δηλώσουν με αυτό ότι ανήκουν στην καθ' όλου Εκκλησία του Χριστού, προϋποθέτει ότι τους είναι ενωμένος λειτουργικά με όλους τους Επισκόπους της Εκκλησίας. Αν όμως ένας Επίσκοπος κόψει την μνημόνευση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας που ανήκει ή του Πατριάρχου, δημιουργεί πρόβλημα στην ποίμνη του. Γιατί ο λαός της ποίμνης του τον μνημονεύει, επαναλαμβάνω, για να δηλώσει ότι ανήκει στην καθ' όλου Εκκλησία του Χριστού. Αν όμως αυτός ο Επίσκοπος, γιατί νόμισε ή πίστευε ότι η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας του ή ο Πατριάρχης δεν ορθοτομούν και διέκοψε γι' αυτό το μνημόσυνό τους, τότε, που πάει ο ευλογημένος λαός της ποίμνης του, που μνημονεύει Επίσκοπο, που απέκοψε τον εαυτό του από την Εκκλησία; Και ως Εκκλησία εννοώ εδώ την Σύνοδο των Ιεραρχών. Επειδή, λοιπόν, είναι αναγκαίο να ομολογηθεί η ενότητα του Επισκόπου με την Σύνοδο των Ιεραρχών, για να έχει έτσι και ο λαός την κοινωνία μαζί του, γι' αυτό, όταν λειτουργεί ο Επίσκοπος, μνημονεύει αυτός πρώτα την Ιερά Σύνοδο. Είναι τόσο σημαντικό και αναγκαίο αυτό, αγαπητοί μου, ώστε και όταν σε μια Λειτουργία λειτουργούν περισσότεροι Επίσκοποι, ο καθένας από αυτούς μετά τον καθαγιασμό μνημονεύει την Ιερά Σύνοδο, για να δηλώσει την ενότητά του με την Εκκλησία.

4. Αλλά στις μνημονεύσεις που κάνει ο Ιερεύς, μνημονεύει, όπως λέει η ευχή, "και παντός ιερατικού και μοναχικού τάγματος". Αλλά ποιο είναι το "ιερατικό τάγμα;" Δεν είναι μόνον οι Επίσκοποι, οι Ιερείς και οι Διάκονοι, αλλά και οι βοηθοί τους: Οι αναγνώστες και οι ψάλτες, οι οποίοι κανονικά πρέπει να έχουν αρχιερατική χειροθεσία για το έργο που κάνουν, γιατί λειτουργούν και αυτοί τον Κύριο με το διακόνημά τους και ανήκουν λοιπόν στο "ιερατικό τάγμα". Η ευχή λέγει ακόμα και για "μοναχικό τάγμα". Είναι οι ευλογημένοι μοναχοί και μοναχές μας, αυτοί που είναι απόλυτα δοσμένοι στον Θεό και αγαπούν πραγματικά τον κόσμο, γιατί τον σώζουν με το να προσεύχονται για αυτόν. "Αν ερημώσουν τα μοναστήρια, θα έρθει το τέλος του κόσμου", είπε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός.
   Όλη η ευχή του Ιερέα με τις μνημονεύσεις τελειώνει με την εκφώνηση: "Και δος ημίν, Δέσποτα, εν ενι στόματι και μιά καρδία δοξάζειν...". Η μνημόνευση όλων που κάναμε, πρέπει να μας φέρει και την ενότητά μας με όλους, ώστε με μια καρδιά και μ' ένα στόμα να δοξάζουμε τον Θεό.

Αυτό είναι πάντοτε απαραίτητο για να ακούγεται η προσευχή μας, αλλά περισσότερο απαραίτητο και αναγκαίο είναι τώρα, σε αυτό το σημείο της Θείας Λειτουργίας, που πάμε για την Θεία Κοινωνία.

Γόρτυνος & Μεγαλουπόλεως Ιερεμίου Φούντα
Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ, Σύντομα κηρύγματα


____________________________________________________________________________________


Τοῦ Ἱερομονάχου π. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ

Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΤΕΙ, ΑΠΑΙΤΕΙ ΚΑΙ ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ΤΗΝ ΑΜΕΣΟ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΙΟΝΔΗΠΟΤΕ ΕΧΟΝΤΑ ΑΙΡΕΤΙΚΟ ΦΡΟΝΗΜΑ 


   Θά ἀναφερθοῦμε ἐν συνεχείᾳ σέ μία πολύ σημαντική αἴτησι, ἡ ὁποία ἀφορᾶ τόν Ἐπίσκοπο καί ἡ ὁποία εἶναι πολυσυζητημένη καί μάλιστα ἔχει ἐπικρατήσει μία πλάνη σέ Οἰκουμενιστές καί Ἀντιοικουμενιστές ἐπί τοῦ θέματος τούτου. Ἡ αἴτησις αὐτή γίνεται μετά τόν καθαγιασμό τῶν τιμίων δώρων καί ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Ἐν πρώτοις μνήσθητι Κύριε, τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (δεῖνος)∙ ὅν χάρισαι ταῖς ἁγίαις σου Ἐκκλησίαις ἐν εἰρήνῃ, σῶον, ἔντιμον, ὑγιᾶ, μακροημερεύοντα καί ὀρθοτομοῦντα τόν λόγο τῆς σῆς ἀληθείας». Ἡ ἴδια αἴτησι στό ἴδιο σημεῖο ἀναφέρεται ἀπαραλλάκτως καί στίς δύο Θ. Λειτουργίες, τοῦ Μ. Βασιλείου δηλαδή καί τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Τό πρόβλημα, τό ὁποῖο δημιουργεῖται εἶναι στήν ἔκφρασι «ὀρθοτομοῦντα τόν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας».
Kάποιοι λοιπόν, ἀπό παλαιότερα ὑπεστήριξαν τήν γνώμη ὅτι αὐτό ἀποτελεῖ μία ἁπλή εὐχή, ὅπως τά προηγούμενα ἀπό αὐτήν, «σῶον, ἔντιμον, ὑγιᾶ, μακροημερεύοντα» καί τίποτε περισσότερο. Αὐτή ἡ ἄποψις ἔγινε ἀποδεκτή ἀπό Οἰκουμενιστές καί Ἀντιοικουμενιστές, ἐπειδή οἱ μέν Οἰκουμενιστές ἐξυπηρετοῦντο τά μέγιστα ἀπό μία τέτοια ἑρμηνεία καί διατηροῦσαν τήν μνημόνευσι τοῦ ὀνόματός των στή Θ. Λειτουργία, ἔστω καί ἄν δέν ὀρθοτομοῦσαν τόν λόγο τῆς ἀληθείας, ἐφ’ ὅσον αὐτό εἴπαμε ἀποτελοῦσε μία ἁπλή εὐχή. Ὅπως δηλαδή, μνημονεύεται ὁ Ἐπίσκοπος, ἔστω καί ἄν δέν εἶναι σῶος καί ὑγιής κλπ. ἔτσι μνημονεύεται καί ἄν δέν ὀρθοτομεῖ τόν λόγο τῆς ἀληθείας.
Ἀντιθέτως ἄλλοι (κυρίως οἱ ἀκολουθοῦντες τό Παλαιό Ἡμερολόγιο) ὑπεστήριξαν ὅτι ἡ ἔκφρασις τῆς αἰτήσεως «καί ὀρθοτομοῦντα τόν λόγο τῆς σῆς ἀληθείας» δέν ἔχει καμμία σχέσι μέ τά προηγούμενα, ἀλλά μνημονεύεται ὁ Ἐπίσκοπος μόνον καί ἐφ’ ὅσον ὀρθοτομεῖ τόν λόγο τῆς ἀληθείας καί ἐκ τοῦ ἀντιθέτου δέν μνημονεύεται, ἐάν δέν ὀρθοτομεῖ. Δηλαδή αὐτό δέν ἀποτελεῖ εὐχή κατά τήν μνημόνευσι, ἀλλά προϋπόθεσι, διά νά μνημονευθῆ ὁ Ἐπίσκοπος.
Σαφῶς ἡ γνώμη αὐτή εἶναι ἡ ὀρθή καί Ὀρθόδοξος, διότι πέραν ὅλων τῶν ἄλλων, τά ὁποῖα θά ἐξηγήσωμε, στοιχίζει ἐάν γίνη ἀποδεκτή ἀπό τόν λειτουργό ἱερέα, μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τόν ἐφησυχασμό καί τό βόλεμα καί κυρίως μᾶς κάνει πραγματικούς λειτουργούς καί ὄχι μίμους καί θεατρίνους, σύμφωνα μέ τήν ἔκφρασι τῶν ἐπί Βέκκου ἁγιορειτῶν ὁσιομαρτύρων.
Κατ’ ἀρχάς θά ἀναφέρωμε τί σημαίνει ἡ λέξις «ὀρθοτομοῦντα», διά νά κατανοήσωμε τό νόημα τῆς λειτουργικῆς εὐχῆς. Ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ἄριστος τῶν ἑρμηνευτῶν, ἑρμηνεύοντας τόν λόγον αὐτόν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τόν ὁποῖο αὐτολεξί χρησιμοποιεῖ ἡ λειτουργική εὐχή καί τόν ἀποδίδει ὅτι κατ’ ἐξοχήν ἁρμόζει εἰς τόν Ἐπίσκοπο, ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Ὀρθοτομοῦντα τόν λόγον τῆς ἀληθείας. Καλῶς τοῦτο εἶπε∙ πολλοί γάρ αὐτόν παρασπῶσι καί παρέλκουσι∙ πολλά ἔχει τά ἐπιφυόμενα. Καί οὐκ εἶπεν, Ἀπευθύνοντα, ἀλλ’ Ὀρθοτομοῦντα∙ τουτέστι, Τέμνε τά νόθα, καί τά τοιαῦτα μετά πολλῆς τῆς σφοδρότητος ἐφίστασο καί ἔκκοπτε∙ καθάπερ ἐπί ἱμάντος τῇ μαχαίρᾳ τοῦ πνεύματος πάντοθεν τό περιττόν καί ἀλλότριον τοῦ κηρύγματος ἔκτεμνε» (P.G. 62,626).
Ὁ Θεοφύλακτος Βουλγαρίας ἐπίσης ἑρμηνεύοντας τόν λόγον αὐτόν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Ὀρθοτομοῦντα τόν λόγον τῆς ἀληθείας. Πολλοί γάρ παρασπῶσι αὐτόν καί παρέλκουσιν, ἀλλά σύ πρός τό ὀρθόν ἄγε. Ἤ ἐπειδή οὐκ εἶπεν, ἀπευθύνοντα, ἄλλο τι δέδωκε νοεῖν. Ὥσπερ ἐπί δέρματος τινός καί ἱμάντος περιττά τινά καί νόθα ἔχοντος, Τέμνε, φησί, τά ἀλλότρια ἐκ τοῦ κηρύγματος καί ἔκκοπτε τῇ μαχαίρᾳ τοῦ λόγου» (P.G. 125,109 A).
Ἐδῶ πρέπει νά ἀναφέρωμε ὅτι οἱ ἑρμηνευτές ἔχουν ὡς ὁδηγό τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, σέ σημεῖο νά χρησιμοποιοῦν ὄχι μόνο τά νοήματα ἀλλά καί τίς ἴδιες τίς λέξεις του. Οἱ λέξεις «παρασπῶσι καί παρέλκουσι» σημαίνουν τήν μέ δόλιο καί πλάγιο τρόπο νόθευσι καί διαστροφή τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος. Ὁ Ἐπίσκοπος λοιπόν ἔχει ὡς βασικό καθῆκον νά ξεχωρίζη αὐτές τίς δολιοφθορές καί νοθεύσεις τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ νά τίς ἐλέγχη καί νά τίς «ἄγη πρός τό ὀρθόν». Πρέπει ἐπίσης, σύμφωνα μέ τούς ἑρμηνευτές, γιά νά ὀρθοτομῆ, νά τέμνη τά νόθα καί αἱρετικά καί μάλιστα «μετά πολλῆς τῆς σφοδρότητος» καί μέ ὅπλο τήν μάχαιρα τοῦ λόγου.
Παρατηροῦμε λοιπόν ὅτι ἡ ἔκφρασις τῆς λειτουργικῆς εὐχῆς «ὀρθοτομοῦντα τόν λόγο τῆς ἀληθείας» ἀναφέρεται στήν πίστι καί μάλιστα στό βασικώτερο σημεῖο της, τό ὁποῖο ἀφορᾶ τήν νόθευσι ἀπό τούς αἱρετικούς. Καί μόνο αὐτό εἶναι ἱκανό νά ἀπορρίψη ἀσυζητητί τήν πρώτη ἑρμηνεία τῶν Οἰκουμενιστῶν καί Ἀντιοικουμενιστῶν, νά ξεχωρίση τήν εὐχή αὐτή ἀπό τά προηγούμενα, τά ὁποῖα ὄντως εἶναι εὐχητικά διά τόν Ἐπίσκοπο, (σῶον, ἔντιμον, ὑγιᾶ, μακροημερεύοντα). Δηλαδή ἐδῶ εὐχόμεθα μέν νά ὀρθοτομῆ πάντοτε ὁ Ἐπίσκοπος τόν λόγον τῆς ἀληθείας, πλήν ὅμως, ἄν δέν τό κάνη αὐτό, δέν τόν μνημονεύομε ὡς αἱρετικό καί ἐπίβουλο τῆς ποίμνης τῶν λογικῶν προβάτων, ἐνῶ στίς προηγούμενες αἰτήσεις εὐχόμεθα νά εἶναι ὑγιής ὁ Ἐπίσκοπος καί νά μακροημερεύη κλπ. καί ἄν αὐτό δέν γίνεται στήν πρᾶξι ἐμεῖς συνεχίζομε ἀδίστακτα καί ἀδιάκριτα νά τόν μνημονεύωμε. Ἡ εὐχή λοιπόν «καί ὀρθοτομοῦντα τόν λόγο τῆς σῆς ἀληθείας» εἶναι εὐχή δογματικῶν καθαρῶς διαστάσεων, ἐνῶ οἱ ἄλλες εὐχές εἶναι θά λέγαμε εὐχές καθημερινότητος.
Μία σαφῶς ἀκριβέστερη εἰκόνα τῆς ἁγιογραφικῆς καί λειτουργικῆς ἐκφράσεως «ὀρθοτομοῦντα τόν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας
» μᾶς δίδει ἡ Θ. Λειτουργία τοῦ ἁγ. Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου. Ἐδῶ μετά τόν καθαγιασμό τῶν τιμίων δώρων ὁ ἱερεύς κατά τήν μνημόνευσι τοῦ Ἐπισκόπου ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Ὑπέρ σωτηρίας, εἰρήνης, ἐλέους, διαμονῆς καί ἀντιλήψεως τοῦ ἁγιωτάτου ἡμῶν ἀρχιεπισκόπου (δεῖνος) καί λοιπόν ὁσίων ἀρχιεπισκόπων καί ἐπισκόπων, τῶν ἐν πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ ὀρθοδόξως ὀρθοτομούντων τόν λόγον τῆς ἀληθείας, παντός ἐκκλησιαστικοῦ τάγματος» (σελ. 55). Ὁ λαός στήν συγκεκριμμένη αἴτησι ἀπαντᾶ: «Μνήσθητι, Κύριε ὁ Θεός ἡμῶν». Ἐδῶ παρατηροῦμε ὅτι μνημονεύεται ὁ Ἐπίσκοπος καί οἱ λοιποί κληρικοί οἱ ὁποῖοι «ὀρθοδόξως ὀρθοτομοῦν τόν λόγο τῆς ἀληθείας». Ἡ λέξις «ὀρθοδόξως» προσδίδει ἀναμφίβολα μία αὐστηρότητα στήν λειτουργική εὐχή καί περιορίζει ἀφάνταστα τήν μνημόνευσι τοῦ Ἐπισκόπου εἰς τρόπον ὥστε νά μήν μνημονεύεται ἄν δέν πληροῖ αὐτούς τούς ὅρους.
Ἀνωτέρω στή Λειτουργία αὐτή ὁ ἱερεύς ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Μνήσθητι, Κύριε, καί τῶν ἡμετέρων γονέων καί φίλων καί συγγενῶν καί ἀδελφῶν. Τούτων πάντων μνήσθητι, Κύριε ὧν ἐμνήσθημεν καί ὧν οὐκ ἐμνήσθημεν ὀρθοδόξων». Ἤ πρέπει λοιπόν, νά θεωρήσωμε τούς Οἰκουμενιστάς Ὀρθοδόξους γιά νά τούς μνημονεύσωμε ἤ, ἐφ’ ὅσον εἶναι αἱρετικοί, πρέπει νά μήν μνημονευθοῦν, διότι οἱ εὐχές ἀναφέρουν ὅτι μόνον Ὀρθόδοξοι μνημονεύονται στή Θ. Λειτουργία.
Μία ἀκόμη σαφής ἀπόδειξις ὅτι ἡ λειτουργική ἔκφρασις «ὀρθοτομούντων τόν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας» ἔχει δογματικές διαστάσεις καί ἀποκλείει τῆς μνημονεύσεως, ὅσους δέν πληροῦν αὐτές τίς προϋποθέσεις, εἶναι καί τό ὅτι ἀναφέρεται καί σέ ἄλλο σημεῖο ἡ ἴδια ἔκφρασις καί στίς δύο Θ. Λειτουργίες, οἱ ὁποῖες σήμερα τελοῦνται στήν Ἐκκλησία, ὄχι πλέον ὡς εὐχή, ἀλλά ὡς προϋπόθεσις καί διακριτικόν γνώρισμα διά τήν μνημόνευσι. Στήν Θ. Λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου μετά τόν καθαγιασμό καί τήν προαναφερθεῖσα μνημόνευσι τοῦ Ἐπισκόπου ὁ ἱερεύς ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Μνήσθητι, Κύριε, πάσης ἐπισκοπῆς Ὀρθοδόξων τῶν ὀρθοτομούντων τόν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας». Στήν Θ. Λειτουργία τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἡ λειτουργική εὐχή ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Μνήσθητι, Κύριε, πάσης Ἐπισκοπῆς Ὀρθοδόξων, τῶν ὀρθοτομούντων τόν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας, παντός τοῦ Πρεσβυτερίου, τῆς ἐν Χριστῷ διακονίας καί παντός ἱερατικοῦ τάγματος».
Ἡ μνημόνευσις ἐδῶ τοῦ Ἐπισκόπου εἶναι σαφής, ξεχωρισμένη ἀπό τίς ἄλλες εὐχές γιά τόν Ἐπίσκοπο περί ὑγείας καί μακροημερεύσεως καί τίθεται σαφῶς ἡ Ὀρθόδοξος ὀρθοτόμησις τοῦ λόγου τῆς ἀληθείας ὡς διακριτικό γνώρισμα καί σημεῖον ἀναφορᾶς γιά νά μνημονευθῆ ὁ Ἐπίσκοπος. Ἄν λοιπόν ἐπρόκειτο περί ἁπλῆς εὐχῆς, ὅπως γιά τήν ὑγεία καί μακροημέρευσι τοῦ Ἐπισκόπου, θά ἔπρεπε νά λείπη τό τμῆμα «τῶν ὀρθοτομούντων τόν λόγον τῆς ἀληθείας» καί νά ἔλεγε ἁπλῶς «Μνήσθητι Κύριε, πάσης Ἐπισκοπῆς Ὀρθοδόξων», δηλαδή νά μνημονευθοῦν ὅλοι, Ὀρθόδοξοι θά λέγαμε καί Οἰκουμενιστές. Ὁ αὐστηρός περιορισμός « τῶν ὀρθοτομούντων τόν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας» σημαίνει ὅτι μνημονεύονται οἱ Ἐπίσκοποι οἱ ὁποῖοι ὀρθοτομοῦν, δηλαδή τέμνουν τά νόθα καί αἱρετικά, σύμφωνα μέ τούς ἑρμηνευτές, ἀλλά εἰσάγουν τά νόθα καί αἱρετικά στήν Ἐκκλησία.
Καί ἀπό τό σημεῖο αὐτό λοιπόν γίνεται κατανοητό, ὅτι ἐφ’ ὅσον μνημονεύομε τούς αἱρετικούς Οἰκουμενιστάς Ἐπισκόπους καί μάλιστα ὀνομαστικῶς, γινόμεθα τήν ἱερώτερη στιγμή καί στό ἱερώτερο μυστήριο δίγλωσσοι, φεύγομε τελείως ἀπό τό γράμμα καί τό πνεῦμα τῶν λειτουργικῶν εὐχῶν, γινόμεθα ἀρεστοί στούς ἀνθρώπους καί βδελυκτοί στόν Θεό, ἐφ’ ὅσον τόν ἐμπαίζομε λέγοντας ἄλλα ἀντί ἄλλων καί, κυρίως, ὁριοθετοῦμε τήν Ἐκκλησία μέσα στήν αἵρεσι, πρᾶγμα ἀσυμβίβαστο μέ τίς Γραφές καί τούς ἁγίους.
Ὁ λόγος λοιπόν τῆς διακοπῆς τῆς μνημονεύσεως τῶν αἱρετικῶν εἶναι ἀφ’ ἑνός μέν γιά τήν ἰδική μας προστασία ἀπό τήν συμμετοχή στήν αἵρεσι διά τῆς λειτουργικῆς ἐνσωματώσεως, καί ἀφ’ ἑτέρου ἡ προστασία τοῦ μυστηρίου ἀπό τήν μόλυνσι καί τή νόθευσι, τόν ἐμπαιγμό καί τόν θεατρινισμό κλπ.
Μία ἐπί πλέον ἀπόδειξις γιά τό ὅτι ἡ μνημόνευσις τοῦ Ἐπισκόπου κατά τήν Θ. Λειτουργία εἶναι σημαντικωτάτη καί χαρακτηριστική τῆς καθαρότητος τοῦ μυστηρίου, εἶναι τό ὅτι, ἐφ’ ὅσον καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τῆς τελέσεως τῆς Θ. Λειτουργίας διαχωρίζομε αὐτούς οἱ ὁποῖοι θά μνημονευθοῦν, ζῶντας καί κεκοιμημένους, ὅπως διεξοδικά ἀναφέραμε καί μάλιστα τούς διαχωρίζομε καί σέ σημεῖα τῆς Θ. Λειτουργίας τά ὁποῖα δέν ἅπτονται τῶν θεμάτων τῆς πίστεως (π.χ. μνημονεύονται μόνον ἀπό τούς ἀπόντες οἱ «δι’ εὐλόγους αἰτίας ἀπολειφθέντες»), δέν εἶναι δυνατόν γιά τήν μνημόνευσι τοῦ Ἐπισκόπου νά χρησιμοποιοῦμε ἄλλα μέτρα καί σταθμά καί νά τόν μνημονεύωμε, ἔστω καί ἄν εἶναι αἱρετικός κατά τό φρόνημα, πλήν ὅμως τό διακηρύττει εὐθαρσῶς καί ἐπ’ Ἐκκλησίας (γυμνῇ τῇ κεφαλῇ) μέ λόγια καί ἔργα.
Γίνεται λοιπόν κατανοητό ὅτι ἡ λειτουργική ἔκφρασις «τόν ὀρθοτομοῦντα τόν λόγο τῆς ἀληθείας» ὄχι μόνον δέν εἶναι εὐχητική, ὅπως ἐξυπηρετοῦνται νά διδάσκουν οἱ Οἰκουμενιστές καί οἱ Ἀντιοικουμενιστές, ἀλλά εἶναι δογματική καί ἡ ἀπαραίτητος προϋπόθεσις διά νά μνημονευθῆ ὀνομαστικῶς ὁ Ἐπίσκοπος. Ἄν ἔτσι ἐκληφθῆ τότε ἐναρμονίζεται πλήρως ἡ Θ. Λειτουργία μέ τήν Ἁγία Γραφή, τούς ἱερούς Κανόνες καί τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων. Μέ τήν οἰκουμενιστική ὅμως ἑρμηνεία τῆς μνημονεύσεως τοῦ Ἐπισκόπου, αὐτά φαίνονται ἀντιμαχόμενα καί ἀλληλοσυγκρουόμενα καί κυρίως δίδοντα τήν ἐντύπωσι ὅτι στήν Ἐκκλησία ἐπιτρέπεται ὁ αὐτοσχεδιασμός καί οἱ αὐθαίρετες ἑρμηνεῖες καί μάλιστα ὅταν αὐτές γίνονται γιά νά ἱκανοποιήσωμε τά πάθη μας.
Πρέπει τέλος νά προσθέσωμε ὡς μία ἐπί πλέον ἀπόδειξι τῶν πασιφανῶν καί αὐτονοήτων, ὅτι ὅταν λειτουργεῖ ὁ Ἐπίσκοπος ἡ μνημόνευσις τήν ὁποία κάνει στό σημεῖο αὐτό εἶναι ἡ ἑξῆς: «Μνήσθητι, Κύριε, τῆς ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου, τῆς ὀρθοτομούσης τόν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας». Καί ἐδῶ παρατηροῦμε ὅτι εἶναι ἀπηλλαγμένη ἡ αἴτησις ἀπό τά εὐχητικά στοιχεῖα τῆς ὑγείας καί μακροημερεύσεως καί ὁμολογεῖ ὁ Ἐπίσκοπος ὅτι ἡ Σύνοδος, στήν ὁποία ἀνήκει, ὀρθοτομεῖ καί τέμνει (ἀποκόπτει) τά νόθα καί αἱρετικά καί δι’ αὐτό τήν μνημονεύει, καί δι’ αὐτό βεβαίως ἀνήκει εἰς αὐτήν. Στήν περίπτωσι δέ κατά τήν ὁποία ἡ Σύνοδος δέν ὀρθοτομεῖ, ἀλλά συμβιβάζεται μέ τά νόθα καί αἱρετικά καί τά ὑποθάλπτει, τότε ψεύδεται ὁ Ἐπίσκοπος κατά τήν ἱερώτερη ὥρα ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων καί εὐτελίζει τό μυστήριο, ὅπως προηγουμένως ἀναφέραμε διά τόν λειτουργό ἱερέα.

Τά σημεῖα αὐτά τῶν λειτουργικῶν εὐχῶν καί αἰτήσεων, τά ὁποῖα παραθέσαμε, θεωροῦμε ὅτι εἶναι ἀρκετά διά κάθε καλοπροαίρετον ἀναγνώστη, προκειμένου νά κατανοήση ἀπό τήν λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἀποτειχίσεως ἀπό τούς αἱρετικούς καθώς καί τήν αὐστηρότητα τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως εἰς τό θέμα τῆς μνημονεύσεως τοῦ αἱρετικοῦ Ἐπισκόπου.
Τονίζομε ἐν κατακλεῖδι πώς, ὅ,τι λέγεται καί πράττεται κατά τήν λειτουργική σύναξι τῶν πιστῶν εἶναι ἀπολύτως ἐναρμονισμένο μέ τήν ἁγ. Γραφή καί τούς ἱερούς Κανόνες καί τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων. Ὡς ἐκ τούτου ἡ ἀπομόνωσις ἑνός ἱεροῦ Κανόνος καί ἡ διδασκαλία ὅτι δῆθεν μόνον αὐτός ὁμιλεῖ διά τήν ἀποτείχισι ἀπό τούς αἱρετικούς ποιμένες καί Ἐπισκόπους εἶναι πλάνη καί πιστεύομε ὅτι ἀποτελεῖ διδασκαλία ἐντεταγμένη πλήρως στή Ν. Ἐποχή, μέ σκοπό τήν προετοιμασία γιά τόν ἐρχομό τοῦ Ἀντιχρίστου.
Ἴσως, ἐν κατακλεῖδι, διά τόν λόγο αὐτόν οἱ Οἰκουμενιστές νά ἔχουν στό πρόγραμμα (ἀπό ὅ,τι πληροφορούμεθα) τήν ἀλλαγή τῶν εὐχῶν, αἰτήσεων καί Λειτουργιῶν, διά νά ταιριάζουν δηλαδή μέ τήν αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία ὅπως προαναφέραμε, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπό τήν συνύπαρξι καί ἀλληλοπεριχώρησι τῶν Ὀρθοδόξων μέ τούς πάσης φύσεως αἱρετικούς.




 Προσθέτουμε στὴν ἀνάρτηση αὐτὴ καὶ τὴν παρακάτω Ἀνακοίνωση τοῦ ἱστολογίου "Κατάνυξις":


wanted.jpg
Σχόλιο Ιστολογίου Κατάνυξις: Είναι εντυπωσιακό το φαινόμενο που λαμβάνει χώρα στη σύγχρονη εκκλησιαστική πραγματικότητα. Για τα δογματικά θέματα, τον Οικουμενισμό, τις Πατριαρχικές εκτροπές, την Ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου και τις Συμπροσευχές, τα αντανακλαστικά των Αρχιερέων είναι ασθενέστατα έως ανύπαρκτα. Για την φίμωση και τη δίωξη των κληρικών, που επαναστατεί η συνείδησή τους, τα αντανακλαστικά τους λειτουργούν τέλεια, η μέθοδος γνωστή, οι διαδικασίες συνοπτικές: “Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει” που λέει και ο λαός.  
Ο π. Νικόλαος Μανώλης, προανήγγειλε πως θα κάνει ειδική ομιλία, για τις δημόσιες θέσεις των μητροπολιτών, Κορίνθου κ.Διονύσιο και Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως  κ.Ιερεμία, διότι επαναστάτησε η Ιερατική του συνείδηση.
Ο μητροπολίτης Γόρτυνος, επιδεικνύοντας εξαιρετικά αντανακλαστικά, προβαίνει σε τετρασέλιδη ανακοίνωση, προς τους Ιερείς, το ποίμνιό του και το διαδίκτυο.

Πληροφορούμε τους αγαπητούς αναγνώστες μας, πως ο π.Νικόλαος Μανώλης, δεν απάντησε ακόμη, προανήγγειλε πως θα απαντήσει. Συγκεκριμένα ο π. Νικόλαος είχε δηλώσει τα εξής:
"Πίκρα και αγανάκτηση αισθάνομαι από όσα είδα και άκουσα σε βίντεο..
..Θα τους απαντήσω, με ελέγχει η ιερατική μου συνείδηση. Θα απαντήσω με θεολογικό και πατερικό τρόπο σε όσα ανακριβή, αθεολόγητα και αντιεκκλησιαστικά διατύπωσαν οι δύο μητροπολίτες. Δεν μπορούν οι επίσκοποί μας να καθησυχάζουν το λαό εν καιρώ οικουμενιστικής προπαγάνδας και πολεμικής εναντίον της Πίστης μας και κανείς να μην αντιδρά. Δεν ανέχομαι να προσβάλλεται η πατερική μας Παράδοση με αυτόν τον απαράδεκτο τρόπο από Ορθοδόξους Ιεράρχες.
Δημόσια τοποθετήθηκαν, δημόσια θα λάβουν και την αρμόζουσα απάντηση".
Μικρό το θίξιμο, μεγάλη η ταραχή, τεράστιος ο εγωισμός” (γ. Ιωσήφ ο ησυχαστής και Σπηλαιώτης).
Δεν επιδεικνύει ο Σεβασμιότατος, ούτε τη στοιχειώδη ψυχραιμία και υπομονή, ώστε να ακούσει τις (θεολογικές και πατερικές) θέσεις του πατρός Νικολάου και σπεύδει να προκαταλάβει τον πιστό λαό Του Θεού. Βιάζεται και χαρακτηρίζει την πολύ σύντομη δήλωση του πατρός Νικολάου ως κείμενο!!! Γράφει στον υπότιτλο της μητροπολιτικής επιστολής: “Μέ ἀφορμή τό κατ᾽ ἐμοῦ κείμενο τοῦ Πρωτ. Νικολάου Μανώλη”.  Είναι προφανές πως ο Σεβασμιότατος,  ευρίσκεται σε πανικό και ο πανικός δεν είναι καλός σύμβουλος. Τι φοβάται;
Η στοιχειώδης ευγένεια που ευαγγελίζεται για τον έλεγχο των αιρετικών, ο επιστημονικός διάλογος, ακόμη και η διαφωνία, σε θεολογικό επίπεδο, δεν του επιβάλει πρώτα να ακούσει την άλλη πλευρά;
Η αυστηρότητα των Αρχιερέων της Εκκλησίας της Ελλάδος, εξαντλείται φυσικά εκεί που τους παίρνει. Η στάση τους απέναντι στην αίρεση, τον Πατριάρχη και τους ομοϊδεάτες του, στην λαίλαπα του Κολυμπαρίου, αποτελούν μνημείο ανοχής, παθητικότητας και υποτέλειας.
Αξίζει να ενημερώσουμε τους αγαπητούς αναγνώστες του Ιστολογίου μας, πως ο μητροπολίτης Γόρτυνος με κάθε ευκαιρία μέσω κοινών γνωστών ή συνεργατών, μέχρι προσφάτως, δεν έχανε την ευκαιρία να στέλνει τα προσκυνήματά του στον π.Νικόλαο Μανώλη και να εκφράζει την εκτίμησή του, στο πρόσωπό του. Άλλωστε και ο π.Νικόλαος με πάρα πολλές Ομιλίες του, ευχαριστούσε και επαινούσε τον μητροπολίτη για τις αντιοικουμενιστικές του θέσεις.
Η εκτίμηση αυτή, που είναι ατράνταχτη απόδειξη πως ο π. Νικόλαος δεν κινείται από κάποια προσωπική εμπάθεια, είχε χρόνια τώρα ως αποτέλεσμα, ο Σεβασμιότατος να χαίρει της δημοσίευσης των κυρηγμάτων του στο Ιστολόγιο Κατάνυξις, ασχέτως αν πολλοί από εμάς, διατυπώσαμε εγκαίρως τις επιφυλάξεις μας,  όταν πήρε πίσω την υπογραφή του στην “Ομολογία Πίστεως” της Συνάξεως κληρικών και μοναχών,  υμνώντας τότε μάλιστα τον Αιρεσιάρχη Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο.
        Ο π. Νικόλαος ρωτήθηκε για την εξέλιξη, ενημερώθηκε για το ότι θεωρήθηκε επικίνδυνος πρωτοχρονιάτικα, από τον Μητροπολίτη Γόρτυνος κ. Ιερεμία, ο οποίος έσπευσε να “προφυλάξει” το ποίμνιό του, και μας δήλωσε πως θα σεβαστεί την εορταστική περίοδο του Δωδεκαημέρου. Μετά τα Θεοφάνεια, ενώ δεν είχε σκοπό να ασχοληθεί κυρίως με τον μητροπολίτη Γόρτυνος, τώρα με την αφορμή που του δίδει η παρακάτω ανακοίνωση, θα ασχοληθεί ιδιαιτέρως με τις αντιεκκλησιαστικές του θέσεις, ασχέτως που ο κ. Ιερεμίας τον υποτίμησε σφόδρα με την παρούσα επιστολή.
Ένα παράδειγμα απαξιωτικής αναφοράς του μητροπολίτη που φανερώνει εχθρικά και εμπαθή συναισθήματα είναι και το παρακάτω απόσπασμα της επιστολής. Φυσικά είναι πρόδηλο σε ποιον αναφέρεται: “Ἀφοῦ, ἐσύ πάτερ καί ἐσύ λαϊκέ ἀδελφέ, πού θέλετε νά κάνετε τόν ἀγωνιστή, ἀφοῦ, ὅπως σᾶς γνωρίζουμε, εἶστε θυμώδεις καί ὀργίλοι στήν ψυχή καί ἀφοῦ δέν γνωρίζετε τήν ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς οὔτε ἔχετε μελετήσει τήν πατερική θεολογία, ποῦ πᾶτε χωρίς ἅρματα γιά ἀντιαιρετικό ἀγώνα; Μπορεῖ δηλαδή ὁ καθένας νά κάνει τόν χειροῦργο ἰατρό;
Παραθέτουμε ολόκληρη την επιστολή του κ.Ιερεμία, δηλώνοντας απογοητευμένοι για τους λόγους που προαναφέραμε. Ένας ακόμα επίσκοπος που κατατάσσει τον πνευματικό μας πατέρα Νικόλαο Μανώλη, εκτός εκκλησιαστικής κανονικότητας. Από αυτόν ομολογουμένως, όλοι, δεν το περιμέναμε...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.